Σύμβαση οργισμένου χρόνου

Η ανεργία είναι γένους θηλυκού

Η καθημερινότητα στην Ελλάδα της κρίσης και των τελευταίων, ας είμαστε ρεαλιστές, τεσσάρων  μνημονίων έρχεται  να επαληθεύσει την ανισότητα σε βάρος του γυναικείου φύλου στο εργασιακό τοπίο. Άνεργες γυναίκες, έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να πιάσουν δουλειά όχι μόνο στον τομέα των σπουδών τους αλλά και σε οποιοδήποτε άλλο κλάδο. Πώς γίνεται αυτό μέσα σε μία εποχή – κατά τ’ άλλα, σύγχρονη και προοδευτική –  όπου η έννοια της ισότητας των δύο φύλων είναι τυπικά θεσμοθετημένη ως προς την επαγγελματική εξέλιξη, την αμοιβή  και την ύπαρξη ίσων ευκαιριών στο επαγγελματικό περιβάλλον;  Μήπως τελικά παραμένει μόνο τυπικά θεσμοθετημένη;

Μιλώντας με νούμερα

Τόσο το τέταρτο ενημερωτικό σημείωμα του Παρατηρητηρίου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων αλλά και τα αποτελέσματα της έρευνας εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το δεύτερο τρίμηνο του 2016 επισημαίνουν ότι το ποσοστό της ανεργίας των γυναικών (27,6%) είναι σαφέστατα υψηλότερο από εκείνο των ανδρών (19,4%). Τα τελευταία επίσημα στοιχεία του ΟΑΕΔ ακόμα πιο κραυγαλέα: το σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων, με κριτήριο την αναζήτηση εργασίας για το μήνα Σεπτέμβριο 2016, ανήλθε σε 871.981 άτομα με τις γυναίκες να έχουν ποσοστιαίο προβάδισμα κατά 26 μονάδες. Το εκκωφαντικό 63,01% να αντιστοιχεί σε περισσότερες από μισό εκατομμύριο άνεργες. Το ίδιο μαρτυρά και η έκθεση της Eurostat για  την ανεργία στην Ευρώπη το 2016 με τον μέσο όρο ανεργίας να είναι 9,0% για τους άντρες και 9,1% για τις γυναίκες. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά βρίσκονται στο  21% (άντρες) και 28,7% (γυναίκες), καταδεικνύοντας σημαντική ανισότητα στον καταμερισμό απασχόλησης και ανεργίας στη χώρα.

Η «θηλυκοποίηση της φτώχειας», όρος που υιοθέτησε η Ε.Ε. από το 2011, μέσα από την  Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων περιγράφει αυτή τη «νέα» πραγματικότητα η οποία απ’ ότι φαίνεται δεν περιορίζεται μόνο στην περιορισμένη πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας. Οι αμοιβές των γυναικών έναντι των ανδρών  στην Ε.Ε είναι μικρότερες κατά 16,4%, ενώ η διαφορά στις συντάξεις αγγίζει το 40%.

Περί μερικής απασχόλησης

Οι «ευέλικτες μορφές εργασίας», κακά τα ψέματα, δεν αποτελούν επιλογή αλλά ανάγκη. Ελλείψει άλλων εναλλακτικών, όσες είναι «τυχερές» εργάζονται σε επισφαλείς συνθήκες με εξαιρετικά χαμηλές αμοιβές με την πρόσβαση σε παροχές ή και την συνταξιοδότηση να βγαίνει με γοργούς ρυθμούς από λεξικό των κεκτημένων δικαιωμάτων. Η επιλεκτική μνήμη των λωτοφάγων της ανάπτυξης φαίνεται ν’ αφήνει έξω και κάτι άλλο: Το χρόνο που συνεισφέρει το «ασθενές» φύλο σε φροντίδα εξαρτημένων μελών.

Οι φυλετικοί διαχωρισμοί στην περίοδο ύφεσης είναι αντιληπτοί στην Ελληνική πραγματικότητα. Η υποδεέστερη θέση των Ελληνίδων στην απασχόληση, τις συνθήκες και τους όρους εργασίας τους, τις αμοιβές, τις προοπτικές εξέλιξης, αλλά και το επίπεδο κοινωνικής προστασίας και ασφάλισης αποδεικνύονται με επίσημα στοιχεία και αφορούν κυρίως γυναίκες κάτω των σαράντα με παιδιά.Ήδη από το 2012 ο Συνήγορος του Πολίτη διαπίστωνε ότι: «Οι επιπτώσεις της κρίσης έχουν επηρεάσει εμφανώς συνολικά τους εργαζόμενους, ωστόσο, παρατηρείται αναντίρρητα διαφοροποίηση στη μεταχείριση των φύλων, ιδίως σε βάρος των γυναικών, και μάλιστα σε φάσεις που συνδέονται με την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα

Η πράξη στη θεωρία

Η ύφεση της οικονομίας απαιτεί επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό και η ισότητα των φύλων αποτελεί το κλειδί για την αντιμετώπιση της. Η ενσωμάτωση της αρχής της ίσης μεταχείρισης σε όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής είναι μέρος της απάντησης στην κρίση.

Η ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, οι συλλογικές και διεθνείς συμβάσεις εργασίας, αλλά και η βούληση των κοινωνικών εταίρων οφείλουν να δημιουργήσουν ασφαλές νομοθετικό και κοινωνικό πλαίσιο, στο οποίο θα στηρίζονται οι διεκδικήσεις με την οπτική του φύλου και ταυτόχρονα θα θεσμοθετείται η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην δύσκαμπτη αγορά εργασίας.