Anna Wintrour: That’s why this lady is a bitch

Οι κακές γλώσσες θέλουν την ταινία «Ο διάβολος φοράει Prada» να περιγράφει με μαθηματική ακρίβεια την ζωή της Άννα Γουίντουρ, την βρετανίδα διευθύντρια της αμερικανικής Vogue. Και μάλλον έχουν δίκιο.

Η «σιδηρά κυρία» της μόδας, του ακριβού lifestyle και του glamour δεν πήρε ποτέ απολυτήριο Λυκείου. Η ιστορία της Άννα ξεκινά στο Λονδίνο το 1949 όταν έρχεται στον κόσμο ως καρπός της αγάπης του δημοσιογράφου Τσαρλς Γουίντουρ και της Ελεανόρ Μπέικερ. Ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα αδέρφια της θα χάσει τη ζωή του σε μικρή ηλικία. Η μικρή Άννα έχει τρομερή αδυναμία στον πολυάσχολο και σχεδόν απόντα μπαμπά της ο οποίος είχε το παρατσούκλι “ παγερός Τσάρλι”. Πέρασε την παιδική της ηλικία λαχταρώντας τη συντροφιά του και η ίδια αργότερα θα παραδεχτεί ότι πληγωνόταν από τις αλλεπάλληλες αναφορές του Τύπου στην τόσο χαλύβδινη ιδιοσυγκρασία του.

Φαίνεται ότι το τσαγανό της νεαρής Γουίντορ φάνηκε από τα σχολικά χρόνια όταν φοιτώντας στο North London Collegiate School συχνά πυκνά επαναστατούσε κόντρα στον αυστηρό κώδικα ένδυσης του σχολείου. Η κλίση της για την μόδα ήταν ήδη ολοφάνερη και φαίνεται πως σε αυτό βοήθησε η γιαγιά της η οποία της έστελνε περιοδικά μόδας από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η άχαρη εφηβική ηλικία  δεν χαρίστηκε ούτε στην Άννα η οποία το ρίχνει στον αθλητισμό τον οποίο σύντομα θα εγκαταλείψει από το φόβο πως οι  γάμπες της θα έδειχναν πολύ γυμνασμένες. Η ανεξαρτητοποίησή της έρχεται για την έφηβη επαναστάτρια σε ηλικία μόλις 15 ετών όταν αποφασίζει να μείνει μόνη της. Λίγο αργότερα – και με τη βοήθεια του μπαμπά της – θα μπει στον δημοσιογραφικό κόσμο μέσα από τον οποίο θα ανακαλύψει τον κόσμο της μόδας και των ώριμων ανδρών με επιρροή.  Ανάμεσα στους εραστές της ο  Michael White   αλλά και ο Bob Marley

Το 1970 είναι  χρονιά ορόσημο για την Άννα. Μπαίνει στα περιοδικά μόδας δυναμικά κάνοντας αίσθηση από την πρώτη της δουλειά προτείνοντας μια φωτογράφιση μόδας  στην οποία τα μοντέλα ακολουθώντας την τότε μόδα θα αναπαριστούσαν γνωστούς πίνακες του Μανέ και του  Ρενουάρ.Το 1976 την βρίσκει στις ΗΠΑ  δουλεύοντας σε  μεγάλα γυναικεία περιοδικά. Δέκα χρόνια αργότερα επιστρέφει στο Ηνωμένο Βασίλειο ως αρχισυντάκτρια της βρετανικής Vogue.  Εκείνη την περίοδο γίνεται διευθύντρια του περιοδικού διακόσμησης House & Garden στιγμή  της καριέρας της που θεωρείται αμφιλεγόμενη. Επέμενε τόσο πολύ στο να μπαίνουν σε όλες τις φωτογραφίσεις μοντέλα με ωραία μοδάτα ρούχα, που στο χώρο των μίντια το περιοδικό απόκτησε διάφορα παρατσούκλια όπως «House & Garment» (βλ. Σπίτι και Ρούχο), «Vanity Chair» (βλ.παραφθορά του Vanity Fair) και άλλα.  Ενώ σε όλες τις προηγούμενες δουλειές της καταφέρνει ν αυξήσει κατακόρυφα τις πωλήσεις των περιοδικών,  σ αυτή τη δουλειά αποτυγχάνει παταγωδώς με αποτέλεσμα να λήξει η θητεία της μετά από πολλά παράπονα.

Η Άννα όμως είχε την ικανότητα ν ανακαλύπτει και να δημιουργεί νέα στερεότυπα, κάτι που εντυπωσίασε τους εκδότες που όπως ήταν μάλλον αναμενόμενο της προσέφεραν σημαντική θέση στην Αμερικανική έκδοση της Vogue το 1987.  Η τότε διευθύντρια του περιοδικού ήταν η Γκρέης Μιραμπέλα, που είχε ήδη συμπληρώσει θητεία 17 χρόνων.  Η  Γουίντουρ  έχει πει ότι κατά την πρώτη συνάντησή  τους, η Μιραμπέλα  την είχε ρωτήσει ποια ακριβώς ήταν η δουλειά που θα ήθελε να κάνει στο περιοδικό. Η Άννα απάντησε χαμογελώντας: «τη δική σας» . Προφανώς η Μιραμπέλα  δεν κατάλαβε  ότι εκείνη τη στιγμή η Γουίντορ δεν αστειευόταν. Της έφαγε τη θέση το 1988 και έγινε η απόλυτη κυρίαρχος της Vogue.

H Γκρέης Μιραμπέλα, αρκετά χρόνια αργότερα, στο βιβλίο της «In and Out of Vogue», αφηγείται όλη την πλεκτάνη που είχε στήσει η Άννα πίσω από την πλάτη της αποκαλύπτοντας πτυχές του όχι και τόσο συναδελφικού της χαρακτήρα. Η Άννα προσπαθούσε να αλλάζει το σχεδιασμό του περιοδικού, να επεμβαίνει στις φωτογραφίσεις, να κάνει όποια αλλαγή θεωρούσε εκείνη σωστή, παρακάμπτοντας την την Γκρέης  και τους συνεργάτες της.  Μία από τις πάγιες τακτικές της, όποτε δεν κατάφερνε να πετύχει το στόχο της, ήταν να ασκεί  εντονότατη κριτική προσβάλλοντας,  συντάκτες,  art directors, fashion editors , βασικά όποιον έβρισκε μπροστά της…

Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος  κινούνται τα σχόλια όλων εκείνων που είχαν την  “τύχη” να συνεργαστούν μαζί της. Την αποκαλούν παγερή, μοχθηρή, εργασιομανή και πολλά άλλα μα καθόλου κολακευτικά. Ένας από τους στενότερους συνεργάτες της, ο Αντρέ Λίον Τάλεϋ με τον οποίον οι σχέσεις τους είχαν διαβαθμίσεις λατρείας και μίσους, είχε πει χαρακτηριστικά για την προϊσταμένη του ότι αποτελούσε ένα κράμα Τζάκ Κένεντι-Ωνάση και της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας.

Πιο ψύχραιμη ήταν η κριτική του μετριοπαθούς, Μάικλ Κορς ο οποίος λέει ότι στο πρόσωπο της Άννα “ενσαρκώνεται το πρότυπο της σύγχρονης δυναμικής και κομψής γυναίκας” την οποία σκιαγραφεί μέσα από το  “να μπορεί να αποκτά όποιο υλικό αγαθό τύχει να επιθυμήσει, να έχει κύρος και δύναμη και να είναι πάντα σέξι”.

Οι νεαρότερες εργαζόμενες στην Vogue και ιδιαίτερα εκείνες στα λιγότερο σημαντικά πόστα τραβάνε το μεγαλύτερο ζόρι. Απαγορεύεται ρητώς να της απευθύνουν το λόγο, αν δεν τους μιλήσει εκείνη πρώτη. Όσο για την εμφάνισή τους, θα  πρέπει να είναι πάντα αψεγάδιαστή και να συνάδει με το κύρος του περιοδικόυ. Εννοείται ότι απαγορεύεται να τρώνε στη δουλειά – και μάλλον να τρώνε γενικώς καθώς η Άννα  απεχθάνεται τους υπέρβαρους (sic)  ανθρώπους. Ο αστικός μύθος ωστόσο την θέλει να σαβουρώνει ότι πιο παχυντικό υπάρχει χωρίς όμως να παίρνει γραμμάριο καθώς ο μεταβολισμός της μπορεί να κάψει τα πάντα.

Η “καλοσύνη” της απέναντι σε όποιον βρίσκεται από κάτω της στην ιεραρχία είναι μνημειώδης και δεν σταματά εκεί. Είναι αδυσώπητη  ακόμα  και με τις  διασημότητες που φωτογραφίζονται για το περιοδικό.  Ακόμα και η Χίλαρι Κλίντον –  που έγινε «cover girl» την εποχή που ο σύζυγός της θα λογοδοτούσε για το σκάνδαλο “Μόνικα” –  ειδοποιήθηκε να μη διανοηθεί να εμφανιστεί στο στούντιο με κανένα από τα μπλε-μαρέν ταγιέρ που συνήθιζε να φοράει.  Όσο για την Oprah Winfrey, που παλεύει χρόνια με τη ζυγαριά της, χρειάστηκε να περιμένει μέχρι να φτάσει σε ένα ναδίρ κιλών πριν φωτογραφηθεί για τη Vogue.

 

Η Σκύλα της μόδας δεν έχει καμία αναστολή μπροστά στο “εμπορικό” της καθήκον. Δηλώνει ανοιχτά ότι όποτε τυχαίνει να έχει δύο ανάλογα κομμάτια να παρουσιάσει,θα επιλέξει πάντα εκείνο του οίκου που διαφημίζεται στο περιοδικό.  Πολλές φορές όμως αυτενεργεί δίχως προειδοποίηση. Είναι παροιμιώδης η περίπτωση που κόντυνε όλες τις  δημιουργίες ενός σχεδιαστή λίγο  πριν τη φωτογράφιση με την μεταποίηση να γίνεται στο στούντιο και φυσικά εν αγνοία του.

Οι αλλαγές που επέβαλε στην Αμερικανική Vogue με την αποχώρηση της Μιραμπέλα της ήταν μνημειώδεις . Έβαλε τη μόδα στις πρώτες σελίδες, ανέτρεψε τα φωτογραφικά στερεότυπα της εποχής με τα γκρο πλαν των ξανθών μοντέλων αντικαθιστώντας τα με ολόσωμες φωτογραφίσεις μοντέλων. Κι αυτές δεν ήταν οι μόνες αλλαγές. Οι στουντιακές φωτογραφίσεις αντικαταστάθηκαν με εκείνες σε εξωτερικούς χώρους και φυσικό φως και τα μοντέλα με διάσημες προσωπικότητες. Η Άννα δεν  έδωσε απλά βήμα σε νέους σχεδιαστές, τους προώθησε με ενθουσιασμό. Χωρίς εκείνη άνθρωποι όπως ο  John Galiano, ο Michael Kors ή ο Marc Jacobs, ίσως να μην είχαν ποτέ το ρόλο που παίζουν στο χώρο της μόδας. Ναι, η Γουίντουρ είναι “λαγωνικό”, έχει το χάρισμα να ξετρυπώνει τους καλούς designers και δεν είναι τυχαίο πως οι μεγάλοι οίκοι την συμβουλεύονται κάθε φορά που αναζητούν νέο αίμα.

Επέβαλε όσο κανείς άλλον την έννοια  supermodel  κάνοντας  τα υπόλοιπα  περιοδικά να μοχθούν να κλείσουν συμβόλαια για φωτογραφίσεις με τα μοντέλα που εκείνη είχε κατατάξει σε αυτή την κατηγορία. Καθιέρωσε την κατ’ αποκλειστικότητα παρουσίαση σχεδίων μεγάλων οίκων μόδας  μόνο από τις σελίδες της Vogue.  Αργότερα, άρχισε να αναμιγνύει ακριβά κομμάτια (της haute) με απλά και φτηνά. Ήταν η πρώτη που έκανε εξώφυλλο ρούχα της haute συνδυασμένα με τζιν, κάτι που μέχρι τότε ήταν απλά αδιανόητο. Οι εντολές της καθιερώνουν ή καταργούν τη μόδα. Η παρουσία της σε ένα ντεφιλέ είναι απόδειξη της εκτίμησης που τρέφει για κάποιο σχεδιαστή ενώ καμία επίδειξη δεν ξεκινά αν εκείνη δεν  βρίσκεται στη θέση της.

Η Donna Karan έχει πει ότι «η Anna βλέπει το περιοδικό σαν μια γέφυρα μεταξύ του σχεδιαστή και του καταναλωτή», ενώ ο Calvin Klein :«Όποτε υπάρχει άρθρο της για μας,υπάρχει αυτομάτως και μια θεαματική αύξηση των πωλήσεών μας».

Είναι η πιο ακριβοπληρωμένη διευθύντρια σύνταξης στην Αμερική. Οι ετήσιες αποδοχές της ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο δολάρια, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι λοιπές παροχές.

The Devil Wears Prada

Tον Ιούνιο του 2006 στη VIP πρεμιέρα της ταινίας “Ο διάβολος φορούσε Prada” και λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι του τέλους, η Anna σηκώθηκε από τη θέση της και βγήκε από την αίθουσα προβολής.Η επίσημη δήλωσή της από εκπρόσωπό της ήταν πως : «Βρήκε την ταινία πολύ διασκεδαστική. Πρόκειται για ένα σατιρικό έργο. Τι θα μπορούσε να μην της αρέσει;». Κόντρα στις περισσότερες προβλέψεις, η Άννα Γούιντουρ όχι μόνο εμφανίστηκε στην περίφημη πρεμιέρα αλλά μάλιστα φόρεσε και Prada.

Η εμφάνισή της στην πρεμιέρα ήταν ο τρόπος  να βουλώσει στόματα που την ήθελαν να κάνει ότι περνάει από το χέρι της προκειμένου να σταματήσει την παραγωγή όταν έμαθε πως το επίμαχο βιβλίο θα γίνει ταινία.  Τα δημοσιεύματα τόνιζαν ότι εξαπέλυσε μια θύελλα τηλεφωνημάτων προς όλους τους μεγάλους σχεδιαστές μόδας,τους οποίους οι παραγωγοί προσέγγιζαν ζητώντας τους να κάνουν εμφάνιση  στην ταινία. Τους ξεκαθάριζε ότι, αν αποδέχονταν, θα έμπαιναν κατευθείαν στη μαύρη λίστα του περιοδικού. Οι ψίθυροι επέμεναν ότι «έπεισε» τους περισσότερους  πλην του Valentino. Η Vogue προσπάθησε να διαψεύσει αυτές τις φήμες αλλά ελάχιστοι πείστηκαν, μια και δεν ήταν η πρώτη φορά που Άννα πέταγε το γάντι στο Χόλιγουντ .

Λίγο καιρό αργότερα ωστόσο διέρρευσε στον τύπο ότι η Anna ανακαίνιζε το γραφείο της. Η ίδια είχε δηλώσει πως πρόκειται απλά για ένα φρεσκαρισματάκι αλλά η πραγματικότητα ήταν πως  είχε ενοχληθεί από την πιστή αναπαράσταση του γραφείου της στην ταινία .

Behind all scenes and other (fun) facts

  • Η Άννα  έχει ένα γιο και μια κόρη με τον ιατρό και καθηγητή Ντέιβιντ Σάφερ . Το ζευγάρι χώρισε το 1999 και οι φήμες θέλουν την εξωσυζυγική σχέση της Άννα με μεγαλοεπιχειρηματία να είναι ο λόγος.  Η κόρη της, Μπι Σάφερ δεν ξεφεύγει από την δημοσιογραφική παράδοση της οικογένειας αν και  έχει δηλώσει ότι δεν θέλει να ακολουθήσει τα βήματα της μαμάς της.

  • Όσο παράδοξο κι αν φανεί, η Άννα Γουίντουρ έχει και την φιλανθρωπική της δράση. Είναι trustee του Metropolitan Museum of Art της Νέας Υόρκης, για το οποίο κατάφερε να συγκεντρώσει 50 εκατομμύρια δολάρια για τη δημιουργία του Costume Institute του μουσείου. Δημιούργησε το CFDA/Voigue Fund με σκοπό την ενθάρρυνση και υποστήριξη νέων σχεδιαστών. Από το 1990 και μετά έχει καταφέρει να μαζέψει περισσότερα από 10 εκατομμύρια δολάρια για τον αγώνα κατά του AIDS.

 

  • Αν και υπέκυψε τελικά στο να δημιουργήσει Instagram λογαριασμό, την πρώτη σέλφι της έβγαλε επαγγελματίας φωτογράφος. Από τον Μάιο του  2014 ο προσωπικός λογαριασμός έχει μόνο 3 posts με σχόλια καθόλου κολακευτικά.